Μια μέρα γευματίσαμε, σα να είμαστε στο… Βανκούβερ!
Το να ακολουθείς τα έθιμα των άλλων, έχει τη χάρη του. Μαζί με τις δυσκολίες του, φυσικά. Μια μέρα είπαμε να φάμε, όπως τρώνε οι άνθρωποι που είμαστε μαζί, στον τόπο τους. Πρωινό, ένα ελαφρύ γεύμα κατά τις 12 το μεσημέρι και κατά τις 6 μ.μ. το κανονικό γεύμα της ημέρας. Κι αυτή την ημέρα ο Στηβ ήθελε να ψήσει κρέας στα κάρβουνα. Κοτόπουλο χωρίς κόκαλα. Οπότε κατά τις 5 άρχισε την προεργασία με τα κάρβουνα.
Τον παρακολουθούσα και κατέγραφα στιγμές. Κι εδώ που τα λέμε, τον ζήλεψα κιόλας τον Στηβ. Θα ήθελα να ήξερα να το κάνω κι εγώ. Στο τόπο του, στο Βανκούβερ του Καναδά, ο ψήστης είναι μια ανδρική υπόθεση. Όπως και να ‘χει, είναι ωραίο να συμμετέχεις ενεργά στη διαδικασία παρασκευής του γεύματος, Μέχρι τώρα, βολευόμουν να συμμετέχω μόνο στο τέλος, στην κατανάλωση. Είδα όμως ότι δεν θέλει πολύ κόπο, μόνο προσωπικό ενδιαφέρον και τέχνη. Το μυστικό βρίσκεται στο να το φτιάξεις με τρόπο που να το απολαμβάνεις.
Και κάπως έτσι ο Στηβ, ολοκλήρωσε μια διαδικασία που, από τα κάρβουνα μέχρι το ψήσιμο, κράτησε περισσότερο από μιάμιση ώρα. Κι εγώ με το κινητό μου κατέγραφα εικόνες, ενώ με το στιλό σκάρωνα αυτή την ανάρτηση. Έτσι απλά είναι τα πράγματα. Ή φαίνονται να είναι. Αφού μάλλον πρέπει να ξέρεις πώς και πότε πρέπει να γυρίσεις τα κρέατα για να μην καούν. Και πρέπει να ξέρεις το σωστό τάιμινγκ για να το κάνεις.
Ύστερα, την ώρα του τραπεζιού, όλα ήταν πιο εύκολα και γνώριμα σε εμένα. Κι ένας λόγος που προτιμώ τη χασαποταβέρνα του “Λάμπρου” στην Πάρνηθα ή την “Αρετούσα” στο Λόφο Σκουζέ, είναι γιατί όλη την προεργασία την κάνουν άλλοι. Πιο ειδικοί και πιο επαγγελματίες. Προσωπικά, δεν ξέρω αν έχω όλη την απαιτούμενη υπομονή, μέχρι να φτάσω στο ποθητό αποτέλεσμα. Άσε που δεν είμαι και τόσο βέβαιος ότι σίγουρα θα έχω αυτό το καλό αποτέλεσμα…
Από τις πιο απάνθρωπες και σκληρές φυλακές της Ευρώπης. Ευτυχώς... κάποιος σώφρων άρχοντας αυτού του τόπου κατάλαβε ότι δεν τιμά…