Και καθώς οι ζεστές μέρες γίνονται όλο και πιο ζεστές κι ο Ιούλης αποδεικνύεται φιλόξενος στον «Κλέωντα» και αφιλόξενος σε κάθε ζωντανό οργανισμό που προσπαθεί να επιζήσει σε συνθήκες καύσωνα, μια πρόταση του ΘΡΑΨΑΝΙΩΤΗ είναι να πάμε προς τα βόρεια, στο χωριό του Ηλία, την Αναστασιά και να ξαποστάσουμε κάτω από τον παχύ ίσκιο της κερασιάς, στην αυλή του. Έτσι κι αλλιώς το θέλει πολύ. Και μερικές φορές απορεί που δεν το τολμούμε. Πόσο μακριά είναι οι Σέρρες από την Αθήνα;
Δυο… ζάλα δρόμος. Μόλις 584 χιλιόμετρα και 5:30 ώρες, αν το αυτοκίνητο τρέχει με μια μέση ταχύτητα 117 χιλιόμετρα την ώρα. Σιγά το πράγμα, δηλαδή! Και με αυτές τις συνθήκες που επικρατούν δε φαντάζομαι ότι θα δυσκολεύονταν άνθρωπος να το κάνει. Τον πειράζω τον Ηλία καμιά φορά που μιλάμε στον Messenger. Του λέω πως θα μας δει μια μέρα, ξαφνικά, στο σπιτικό του και δεν θα πιστεύει στα μάτια του. Μερικές φορές απογοητεύεται. Νομίζει ότι δεν θα γίνει ποτέ. Αλλά κάνει λάθος. Ούτε και ο ίδιος δεν έχει μετρήσει πόσες φορές έχουμε ήδη «πάει» με τα δημοσιεύματα μας στον ΘΡΑΨΑΝΙΩΤΗ.
Αν είναι να πάμε τέτοιον καιρό, ξέρουμε πως θα τον βρούμε στον κήπο του. Είτε στις φασολιές του (επάνω φωτογραφία), είτε στις ντοματιές του, που τώρα αναπτύσσονται. Θα είναι εκεί κι αυτός και η Κατερίνα, η γυναίκα του, να καταπιάνονται με ότι γεμίζουν την καρδιά τους, τη γη, τα φυτά, τα ζώα τους. Και να φιλοσοφεί, μ’ αυτό το ιδιότυπο χιούμορ του στον πρωινό καφέ του, όταν όλοι κοιμούνται ακόμα, ανταλλάσσοντας που και που, κάποιες σκέψεις μαζί μου. Αυτός είναι ο Ηλίας και η Αναστασιά, το χωριό που γεννήθηκε, που επέλεξε να περάσει εδώ, με αγαπημένα του πρόσωπα, τα τελευταία του.
Από τις πιο απάνθρωπες και σκληρές φυλακές της Ευρώπης. Ευτυχώς... κάποιος σώφρων άρχοντας αυτού του τόπου κατάλαβε ότι δεν τιμά…