Η Αγίου Κωνσταντίνου, όσο με τραβούσε προς τα κάτω, προς την πλατεία Καραϊσκάκη, με οδηγούσε στην αθέατη, στους πολλούς, Αθήνα. Οι πίσω δρόμοι στο Μεταξουργείο και την Πλατεία Βάθης, η Σατωβριάνδου, η Βερανζέρου, η Δεληγιώργη και εκείνα τα ανήλιαγα στενά: Βηλαρά, Καλλέργη… μαίανδροι και χαρακιές στις ζώνες που αγκαλιάζουν τα υποστρώματα της Ομονοίας. Ενας κόσμος σκληρός.
Εικόνες ενός ιστορικού βάθους, μιας αρχιτεκτονικής κομψότητας και μιας ορισμένης αστικής ιερότητας. Το Εθνικό Θέατρο, ανέκαθεν σε εκείνη την άβολη κατωφέρεια του δρόμου, χωρίς τα αγάλματά του εδώ και δεκαετίες, κομψοτέχνημα που γέννησε η συνεργασία Γεωργίου Α΄ και Ερνέστου Τσίλλερ. Στην ένωση της με την πλατεία Καραϊσκή υπάρχει κι αυτό το γκράφιτι
Αυτά τα ξεκοιλιασμένα σπίτια της Αγίου Κωνσταντίνου, στους αριθμούς 36, 47 κ.ο.κ. ήταν σαν να είχαν εξαερωθεί. Περπατούσα και κοιτούσα τον τόπο της Ανάληψης, σαν να είχαν αναληφθεί στον ουρανό της Αθήνας τροπαιοφόροι αστοί, τυλιγμένοι με τη σινδόνη μιας ζωής πεπερασμένης. Κι εδώ ακριβώς η Αγίου Κωνσταντίνου “μπαίνει” στην πλατεία Καραϊσκάκη με φόντο το ξενοδοχείο STANLEY. Ο ποιητικός λόγος είναι του Νίκου Βατόπουλου, από ένα δημοσίευμα του στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.
Από τις πιο απάνθρωπες και σκληρές φυλακές της Ευρώπης. Ευτυχώς... κάποιος σώφρων άρχοντας αυτού του τόπου κατάλαβε ότι δεν τιμά…